Νάπολη

Νάπολη
(Napoli). Πόλη (993.386 κάτ. το 2001) της νότιας Ιταλίας, πρωτεύουσα της ομώνυμης επαρχίας και της Καμπανίας. Είναι η τρίτη σε μέγεθος πόλη της χώρας μετά τη Ρώμη και το Μιλάνο, η Ν. αποτελεί τη μεγαλύτερη πόλη του Νότου. Η θέση της είναι εξαιρετική. Στραμμένη προς τα Ν, η πόλη κλιμακώνεται σε δυο αμφιθέατρα χωρισμένα από την προεξοχή της Σάντα Λουτσία, στο βάθος του κόλπου της Νάπολης, μεταξύ των Φλεγραίων Πεδίων ΒΔ, και των πρώτων κλιτύων του Βεζουβίου (1.281 μ.) ΝΑ. Στην παλιά πόλη, της οποίας οι στενοί και ελικοειδείς δρόμοι θυμίζουν αραβικές πόλεις της Αφρικής, συνωστίζονται περίπου 400.000 άτομα που, με την εξαφάνιση της απασχόλησης (κυρίως διοικητικής) που τους προσέφερε το βασίλειο της N., την παρακμή της βιοτεχνίας και του μικρού εμπορίου, προσαρμόζονται δύσκολα στη σύγχρονη ζωή. Σε αυτόν τον φτωχό πληθυσμό έρχονται να προστεθούν οι χωρικοί της υπερπληθυσμιακής υπαίθρου που συγκεντρώθηκαν στην περιφέρεια της πόλης μέσα σε παράγκες. Με την κατάσταση αυτή, η Ν. αποτέλεσε για μεγάλο χρονικό διάστημα ένα από τα κυριότερα κέντρα μετανάστευσης προς την πεδιάδα του Πάδου, τις ευρωπαϊκές χώρες και τις Ηνωμένες Πολιτείες. Παρά τις προσπάθειες να διοχετευθεί το ρεύμα της εξόδου προς το Σαλέρνο, όπου με την ίδρυση νέων βιομηχανιών υπάρχουν δυνατότητες απασχόλησης, το πιο κρίσιμο πρόβλημα για τη Ν. παραμένει ο υπερπληθυσμός. Η καινούργια πόλη εξακολουθεί ωστόσο να επεκτείνεται, κυρίως προς τα ΒΔ, με κατεύθυνση προς τη Ρώμη, και κατά μήκος του αυτοκινητόδρομου του Σαλέρνο, έως τον Βεζούβιο (Πόρτιτσι, Ρετζίνα, Τόρε ντελ Γκρέκο, Τόρε Ανουντσιάτα), γενικά σε συνάρτηση με τη δημιουργία νέων βιομηχανικών ζωνών. Όσον αφορά τις αριστοκρατικές συνοικίες, αυτές εκτείνονται κατά μήκος της ακτής (Ποζίλιπο, Μερ-τζαλίνο). Η Ν. είναι το πρώτο επιβατικό λιμάνι της Ιταλίας. Το 1972 πέρασαν από εκεί 3.426.393 επιβάτες (κρουαζιέρες στον κόλπο, επικοινωνία με τα νησιά, την Αμερική). Από άποψη εμπορευματικής κίνησης, το λιμάνι της Ν. είναι το τέταρτο της Ιταλίας με μεγάλη διακίνηση εμπορευμάτων και εισαγωγική και εξαγωγική. Επικεφαλής των εισαγόμενων ειδών βρίσκεται το πετρέλαιο και ακολουθούν κατά σειρά τα δημητριακά, ο σίδηρος και οι άνθρακες. Παράλληλα με τις παραδοσιακές δραστηριότητες, όπως οι βιομηχανίες κονσερβοποίησης τροφίμων, ζυμαρικών, ελαιωδών, ναυπηγικών κατασκευών και επιδιορθώσεων (η Ν. διαθέτει τη μεγαλύτερη δεξαμενή τροπισμού στην Ευρώπη), έχουν δημιουργηθεί σύγχρονες βιομηχανίες, βασισμένες στις εισαγωγές, οι οποίες είναι εγκατεστημένες στην περιφέρεια της πόλης· διυλιστήρια πετρελαίου, εργοστάσια χαλυβουργίας (Μπανιόλι, Τόρε Ανουντσιάτα), μεταλλουργίας μολύβδου κα αλουμινίου, βιομηχανίες αυτοκινήτων, γραφικών υλών (Olivetti, στο Ποτσουόλι), χημικών προϊόντων και υφαντουργίας τεχνητών ινών. Τέλος, χάρη στους θησαυρούς του παρελθόντος της (καθεδρικός ναός, εκκλησίες Σαν Λορέντσο (Ματζόρε, Σαν Ντομένικο Ματζόρε, Αρχαιολογικό Μουσείο) και τα θέλγητρα της τοποθεσίας της, η Ν. προσελκύει κάθε χρόνο χιλιάδες τουρίστες. Ιστορία. Η Ν. ήταν αρχικά ελληνική αποικία, που ιδρύθηκε πιθανότατα στις αρχές του 5ου αι. π.Χ. και πέρασε στην κυριαρχία των Ρωμαίων κατά το β’ μισό του 4ου αι. π.Χ. Μικρή επαρχιακή πόλη κατά την αρχαιότητα, έγινε στις αρχές του Μεσαίωνα η κυριότερη πόλη της νότιας Ιταλίας· από τα μέσα του 6ου αι. τέθηκε υπό την ηγεμονία των Βυζαντινών. Από τον 7o αι. αποτέλεσε, κάτω από την κατ’ όνομα κυριαρχία του Βυζαντίου, ένα είδος αυτόνομης δημοκρατίας, που αντιστάθηκε τόσο στους Λομβαρδούς όσο και στους Σαρακηνούς. Κατά τον 12o αι. οι Νορμανδοί, που είχαν ιδρύσει το βασίλειο της Σικελίας, έγιναν κύριοι ολόκληρης της νότιας Ιταλίας, ενώνοντας έτσι για αιώνες τις τύχες της Ν. και της Σικελίας. Το 1194 τα εδάφη αυτά πέρασαν στους Χοχενστάουφεν και, κατά τη διάρκεια του μισού του 13ου αι., έγιναν ο προσφιλέστερος τόπος διαμονής του αυτοκράτορα Φρειδερίκου B’. Μετά τον θάνατό του, το στέμμα της Σικελίας πέρασε στον Κάρολο της Ανδηγαυίας (1266). Μετά την επανάσταση της Σικελίας και το πέρασμα του στέμματος της στον Πέτρο Γ’ της Αραγονίας (Σικελικός Εσπερινός, 1282), η Ν. έγινε η πρωτεύουσα των Ανδηγαυών. Αργότερα, μετά τη διάλυση του Βασιλείου των δύο Σικελιών, η Ν. δόθηκε στον Φερδινάνδο A’, για να καταλήξει στον Φερδινάνδο B’ της Αραγονίας (1504) και από αυτόν στους Αψβούργους της Μαδρίτης, οπότε μεσολάβησαν δυο αιώνες μαρασμού και λήθαργου που διακόπτονταν από εξεγέρσεις. Το 1735 η πόλη βρέθηκε υπό την κυριαρχία των Βουρβόνων της Μαδρίτης και το Κράτος Σικελίας – Ν. έγινε πάλι ανεξάρτητο και άκμασε. Το 1797 το Διευθυντήριο εγκατέστησε την εφήμερη Παρθενόπεια Δημοκρατία και το 1805 ο Βοναπάρτης εκθρόνισε τον Βουρβόνο βασιλιά και τον αντικατατέστησε πρώτα με τον Ιωσήφ Βοναπάρτη και μετά με τον Μυρά. Το 1815 επανήλθε ο Φερδινάνδος Δ’ και το 1860 το βασίλειο των δύο Σικελιών προσαρτήθηκε στο βασίλειο της Ιταλίας. Ελληνική Κοινότητα Ν. Μια από τις πιο δραστήριες ελληνικές παροικίες του εξωτερικού κατά την τουρκοκρατία. Έλληνες που κατοικούσαν στην πρωτεύουσα της Καμπανίας από τα αρχαϊκά ακόμα χρόνια, της έδωσαν τα ονόματα (Παρθενόπη, Νεάπολη) και τις ονομασίες των σπουδαιότερων προαστίων της (Παυσίλυπον - Posilipo κλπ.). Ο ελληνισμός της Ν. αυξήθηκε, όπως ήταν φυσικό, στα χρόνια της βυζαντινής κυριαρχίας στην Κάτω Ιταλία (6ος αι., 7ος - 12ος αι.), για να εξαφανιστεί σχεδόν στους επόμενους αιώνες των γερμανικών επιδρομών. Σταθμός και νέα αφετηρία για την ελληνική παροικία της Ν. στάθηκε το 1534, όταν ο αυτοκράτορας Κάρολος E’ επέτρεψε την εγκατάσταση στη Ν. και τις γύρω περιοχές μεγάλων ομάδων Πατρινών, Κορωναίων και Μεθωναίων, οι οποίοι αναγκάστηκαν να καταφύγουν στην Καμπανία μετά τη λήξη της πρόσκαιρης ισπανικής κατοχής της νοτιοδυτικής Πελοποννήσου (1532-34). Η παροικία ενισχύθηκε με νέες αφίξεις από την Πελοπόννησο, τη δυτική Στερεά και την Ήπειρο ύστερα από τον ενετοτουρκικό πόλεμο του 1537-41 και προπάντων ύστερα από τη ναυμαχία της Ναυπάκτου (1571), όταν κατέφυγαν στην Ιταλία όσοι είχαν αναμειχθεί σε επαναστατικές κινήσεις εναντίον των Τούρκων (Μάνη, Αχαΐα, Στερεά, Χειμάρα, Επτάνησα). Το 1518 χτίστηκε στο κέντρο της ελληνικής συνοικίας ο ναός των Αγίων Πέτρου και Παύλου από τον Έλληνα ευπατρίδη Θωμά Ασάνη Παλαιολόγο, ο οποίος είναι και ο θεμελιωτής ενός παρεκκλησίου στον καθολικό ναό του Σαν Τζιοβάνι Ματζόρε. Στα τέλη του 16ου αι. έως τον 19ο αι. η ελληνική παροικία δεινοπάθησε από τις διαμάχες των ουνιτών με τους ορθόδοξους, των διεκδικητών των πλούσιων εσόδων της ελληνικής εκκλησίας και των τοπικών εκκλησιαστικών αρχών. Η κοινότητα επιβλήθηκε, κυρίως γιατί ήταν οργανωμένη σε Αδελφότητα (Confraternita dei Nazinall Greci) από το 1561 και συνδεόταν στενά με τις τοπικές ισπανικές αρχές, ιδίως σε ζητήματα στρατιωτικού χαρακτήρα (πολλοί υπηρετούσαν στο ελαφρό ιππικό του βασιλείου της Ν.). Η κοινότητα διαδραμάτισε ενεργό ρόλο στην προετοιμασία διάφορων επαναστατικών κινημάτων στη νότια Βαλκανική, ιδίως κατά το πρώτο μισό του 17ου αι. Μεταξύ των μελών της διακρίθηκαν καλλιτέχνες (όπως ο ζωγράφος Βελισσάριος Κορένσιος), λόγιοι και κληρικοί (Μακάριος και Νικηφόρος Μελισσηνός, Κωνσταντίνος Λάσκαρις) και προπάντων στρατιωτικοί (Ανδρέας Κοντόσταυλος, αδελφοί Ρωσσέτη, Παλαιολόγοι, Λιτάρδος, Ιερ. Κόμπης, Ιω. Μουζάκης, αδελφοί Μαϊσπέζοι, Δημήτριος Λέκκας, Γεώργιος Χωραφάς κ.ά.). H πόλη βρίσκεται στη βόρεια ακτή ενός μεγάλου κόλπου και διαιρείται ανάμεσα στις πλαγιές της Φλέγρας και στις πλαγιές του Bεζούβιου. Aποικία ελληνική αρχικά, έγινε κατά τη ρωμαϊκή εποχή ένα από τα πιο σημαντικά εμπορικά κέντρα της χερσονήσου. Πρωτεύουσα του ανδηγαυικού κράτους και του κράτους της Aραγονίας, αποτελούσε ανέκαθεν το κέντρο βάρους των δραστηριοτήτων όχι μόνο της Kαμπανίας, αλλά και μεγάλου μέρους των περιοχών της νότιας Iταλίας. Aπό την εποχή της ισπανικής Aντιβασιλείας ήδη (16ος και 17ος αι.), η μεγάλη συρροή πληθυσμού προκάλεσε θεματικά φαινόμενα υπερπληθυσμού που ακόμα και σήμερα αποτελεί ένα από τα βασικότερα προβλήματα της πόλης. Aπό τις αρχές του 20ού αι., μαζί με τη συνεχή δημογραφική αύξηση, διαπιστωνόταν παράλληλα η προσαρμογή των διαφόρων οικοδομών, βιομηχανιών, λιμενικών εγκαταστάσεων και υγειονομικών υπηρεσιών. Tο λιμάνι, που διευρύνθηκε πολλές φορές, εξυπηρετεί τις βιομηχανικές δραστηριότητες που ασχολούνται με τους τομείς ειδών διατροφής, υφαντουργίας, μεταλλομηχανουργίας, χημικών προϊόντων και ναυπηγίας. Πόλη με θαυμάσιο κλίμα, έχει μια πλούσια καλλιτεχνική κληρονομιά: βασιλικό ανάκτορο, βασιλικό ανάκτορο Kαποντιμόντε (με το Mουσείο Kαποντιμόντε και πάρκο), καστέλ Nουόβο (Aνδηγαυικό οχυρό), καστέλ ντελ Όβο, μητρόπολη (καθιερωμένη στον Σαν Tζενάρο). Πολλοί και λαμπροί είναι οι ναοί όππως του Aγίου Φραγκίσκου της Πάολας, της Σάντα Mαρία λα Nόβα, της Σάντα Kιάρα, της Σάντα Mαρία ντελ Kάρμινε, της Σάντα Kρότσε αλ Mερκάτο και της Σάντα Mαρία ντι Πιεντιγκρότα. Aξιόλογα είναι τα μέγαρα Kουόμο, Σαλέρνο, Tσελαμάρε, του Xρηματιστηρίου, ο πύργος Kαπουάνο. Iδιαίτερα υποβλητική είναι η πύλη Kαπουάνα με την αψίδα του θριάμβου, η βίλα Nατσιονάλε και η βίλα Φλοριντιάνα. Aνάμεσα στα πολλά μουσεία (Eθνικό Mουσείο και Eθνική Πινακοθήκη Kαποντιμόντε, Eθνικό Mουσείο του Aγίου Mαρτίνου). Tο Eθνικό Mουσείο, είναι ένα από τα σπουδαιότερα αρχαιολογικά μουσεία της Eυρώπης. Το βασιλικό ανάκτορο, έργο τον Ντομένικο Φοντάνα, που ανοικοδομήθηκε και διευρύνθηκε μετά την πυρκαγιά του 1837. Πανοραματική άποψη της Νεάπολης με το Βεζούβιο στο βάθος. Το Καστέλ ντελ’ Όβο, φρούριο του 12ου αιώνα ανακατασκευασμένο το 15o. Ο Ηρακλής, αντίγραφο έργου του Γλύκωνα, στο Εθνικό Μουσείο. Η πρόσοψη του ναού της Σάντα Μαρία ντέλα Σαπιέντζα, έργο του Κόζιμο Φρανζάγκο. Στη Νεάπολη της Ιταλίας βρίσκονται, εξαίρετα έργα τέχνης. Έδώ, ο βασιλιάς Κορράδος Ε’ Χοχενστάουφεν, έργο του Πιέτρο Σαιπφ, στη Σάντα Μαρία ντελ Καρμίνε.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Look at other dictionaries:

  • Αλταβίλα, Πασκουάλε — (Νάπολη 1806 – 1872). Ιταλός ηθοποιός και δραματικός συγγραφέας. Για αρκετό χρονικό διάστημα έπαιζε στο θέατρο του Σαν Καρλίνο και από το 1864 εμφανίστηκε στη σκηνή διαφόρων άλλων ναπολιτάνικων θεάτρων, όπως του Σεβέτο, της Παρθενόπης, της… …   Dictionary of Greek

  • Αλταμούρας, Ιωάννης — (Νάπολη Ιταλίας 1852 – Αθήνα 1878). Ζωγράφος, γιος του Ιταλού ζωγράφου Σαβέριο Αλταμούρα και της Ελληνίδας Ελένης Μπούκουρα. Ο Α. διδάχτηκε τα πρώτα στοιχεία ζωγραφικής από τους γονείς του, αργότερα φοίτησε στο Σχολείο των Τεχνών στην Αθήνα και… …   Dictionary of Greek

  • Ιταλία — Επίσημη ονομασία: Δημοκρατία της Ιταλίας Έκταση: 301.230 τ. χλμ. Πληθυσμός: 56.305.568 (2001) Πρωτεύουσα: Ρώμη (2.459.776 κάτ. το 2001)Κράτος της νότιας Ευρώπης. Συνορεύει στα ΒΔ με τη Γαλλία, στα Β με την Ελβετία και την Αυστρία, στα ΒΑ με τη… …   Dictionary of Greek

  • Κάρολος — I (Charles). Όνομα επτά αυτοκρατόρων της Αγίας Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας. 1. Κ. Α’. Βλ. λ. Καρλομάγνος. 2. Κ. Β’, ο Φαλακρός (Φρανκφούρτη 823 – Μπριντ λε Μπεν, Σαβοΐα 877). Αυτοκράτορας της Αγίας Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας (875 877). Ήταν υστερότοκος… …   Dictionary of Greek

  • καμπάνια — I Μακεδονικό βαθύπεδο στην περιοχή της Θεσσαλονίκης, μεταξύ των πόλεων της Βέροιας, της Νάουσας και της Έδεσσας, γνωστό και με την ονομασία πεδιάδα της Θεσσαλονίκης. Έχει μήκος 70 χλμ. και πλάτος 55 χλμ. Πρόκειται για τη μεγαλύτερη προσχωσιγενή… …   Dictionary of Greek

  • καμπανιά — I Μακεδονικό βαθύπεδο στην περιοχή της Θεσσαλονίκης, μεταξύ των πόλεων της Βέροιας, της Νάουσας και της Έδεσσας, γνωστό και με την ονομασία πεδιάδα της Θεσσαλονίκης. Έχει μήκος 70 χλμ. και πλάτος 55 χλμ. Πρόκειται για τη μεγαλύτερη προσχωσιγενή… …   Dictionary of Greek

  • Βανβιτέλι — (Vanvitelli). Οικογένεια καλλιτεχνών ολλανδικής καταγωγής (Van Wittel), που εγκαταστάθηκε στην Ιταλία κατά τα τελευταία τριάντα χρόνια του 18ου αι. 1. Γκάσπαρ (Gaspar, Άμερσφορτ 1655 – Ρώμη 1736). Τοπιογράφος κυρίως, έζησε στη Ρώμη από το 1674… …   Dictionary of Greek

  • Ισπανία — Επίσημη ονομασία: Βασίλειο της Ισπανίας Έκταση: 504.782 τ. χλμ. Πληθυσμός: 40.037.995 (2001) Πρωτεύουσα: Μαδρίτη (2.882.860 κάτ. το 2000)Κράτος της νοτιοδυτικής Ευρώπης, στην Ιβηρική χερσόνησο. Συνορεύει στα ΒΑ με τη Γαλλία και την Ανδόρα, στα Δ… …   Dictionary of Greek

  • Τζορντάνο, Λούκα — (Giordano, Νάπολη 1632 – 1705). Ιταλός ζωγράφος, μία από τις αντιπροσωπευτικότερες φυσιογνωμίες της ευρωπαϊκής τέχνης κατά τη δεύτερη πεντηκονταετία του 17ου αι. Άρχισε νεότατος την καλλιτεχνική του δραστηριότητα μιμούμενος έργα παλαιών ζωγράφων… …   Dictionary of Greek

  • Φερδινάνδος — I Όνομα 3 αυτοκρατόρων της Αγίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, που ανήκουν στον οίκο των Αψβούργων. 1. Φ. A’ (Αλκαλά ντ’ Ενάρες 1503 – Βιέννη 1564). Γιος του Φιλίππου του Ωραίου και της Ιωάννας της Τρελής, έγινε αυτοκράτορας μετά την παραίτηση του… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”